Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὑπειρέχω
ὑπείροχος
ὑπέκ
ὑπεκλίνθη
ὑπεκπροθέω
ὑπεκπρολύω
ὑπεκπρορέω
ὑπεκπροφεύγω
ὑπεκρύφθη
ὑπεκσαόω
ὑπεκφέρω
ὑπεκφεύγω
ὑπέλθῃ
ὑπέλυντο
ὑπέμεινα
ὑπεμνάασθε
ὑπεμνήμυκε
ὑπέμνησε
ὑπένερθε
ὑπεξάγω
ὑπεξαλέομαι
View word page
ὑπεκφέρω

[ὑπ-, ὑπο- 3, ὑπο- 4 + ἐκ- 1.]

ShortDef

to carry out a little

Debugging

Headword:
ὑπεκφέρω
Headword (normalized):
ὑπεκφέρω
Headword (normalized/stripped):
υπεκφερω
IDX:
9144
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9145
Key:

Data

{'content': '<p>[ὑπ-, ὑπο- 3, ὑπο- 4 + ἐκ- 1.]</p>'}