Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὑμέτερόνδε
ὑμέτερος
ὔμμες
ὕμνος
ὑμός
ὑπάγω
ὑπαί
ὕπαιθα
ὑπαΐσσω
ὑπακούω
ὑπαλέομαι
ὑπάλυξις
ὑπαλύσκω
ὑπαντιάω
ὕπαρ
ὑπάρχω
ὑπασπίδιος
ὕπατος
ὑπέασι
ὑπεδείδισαν
ὑπέδεισαν
View word page
ὑπαλέομαι

[ὑπ-, ὑπο- 3.]

Aor. pple. ὑπαλευάμενος.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑπαλέομαι
Headword (normalized):
ὑπαλέομαι
Headword (normalized/stripped):
υπαλεομαι
IDX:
9113
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9114
Key:

Data

{'content': '<p>[ὑπ-, ὑπο- 3.]</p> <p>Aor. pple. ὑπαλευάμενος.</p>'}