Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὕδρος
ὕδωρ
ὑετός
υἱός
υἱωνός
ὑλαγμός
ὑλακόμωρος
ὑλακτέω
ὑλάω
ὕλη
ὑλήεις
ὑλοτόμος
ὑμεῖς
ὑμέναιος
ὑμέτερόνδε
ὑμέτερος
ὔμμες
ὕμνος
ὑμός
ὑπάγω
ὑπαί
View word page
ὑλήεις

-εντος.

Fem. -εσσα

[ὕλη.]

ShortDef

woody, wooded

Debugging

Headword:
ὑλήεις
Headword (normalized):
ὑλήεις
Headword (normalized/stripped):
υληεις
IDX:
9099
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9100
Key:

Data

{'content': '<p>-εντος.</p> <p>Fem. -εσσα</p> <p>[ὕλη.]</p>'}