Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὑγρός
ὑδατοτρεφής
ὑδραίνω
ὑδρεύω
ὑδρηλός
ὑδρηναμένη
ὕδρος
ὕδωρ
ὑετός
υἱός
υἱωνός
ὑλαγμός
ὑλακόμωρος
ὑλακτέω
ὑλάω
ὕλη
ὑλήεις
ὑλοτόμος
ὑμεῖς
ὑμέναιος
ὑμέτερόνδε
View word page
υἱωνός
-οῦ, ὁ
[υἱός.]
ShortDef
a grandson
Debugging
Headword:
υἱωνός
Headword (normalized):
υἱωνός
Headword (normalized/stripped):
υιωνος
IDX:
9093
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9094
Key:
Data
{'content': '<p>-οῦ, ὁ</p> <p>[υἱός.]</p>'}