Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
τύψε
τῶ
τώς
ὑακίνθινος
ὑάκινθος
ὑββάλλω
ὑβρίζω
ὕβρις
ὑβριστής
ὑγιής
ὑγρός
ὑδατοτρεφής
ὑδραίνω
ὑδρεύω
ὑδρηλός
ὑδρηναμένη
ὕδρος
ὕδωρ
ὑετός
υἱός
υἱωνός
View word page
ὑγρός
-ή, -όν.
ShortDef
wet, moist, running, fluid
Debugging
Headword:
ὑγρός
Headword (normalized):
ὑγρός
Headword (normalized/stripped):
υγρος
IDX:
9083
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9084
Key:
Data
{'content': '<p>-ή, -όν.</p>'}