Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
τρία
τρίαινα
τρίβω
τρίγληνος
τριγλώχις
τρίετες
τρίζω
τριήκοντα
τριηκόσιοι
τρίλλιστος
τρίπλαξ
τριπλόος
τρίπολος
τρίπος
τρίπτυχος
τρίς
τρισκαίδεκα
τρισκαιδέκατος
τρίσμακαρ
τριστοιχί
τρίστοιχος
View word page
τρίπλαξ
-ακος
[τρι-, τρίς. For the second element cf. δίπλαξ.]
ShortDef
triple, threefold
Debugging
Headword:
τρίπλαξ
Headword (normalized):
τρίπλαξ
Headword (normalized/stripped):
τριπλαξ
IDX:
9013
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9014
Key:
Data
{'content': '<p>-ακος</p> <p>[τρι-, τρίς. For the second element cf. δίπλαξ.]</p>'}