Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

τίσις
τίσω
τιταίνω
τιτός
τιτύσκομαι
τίφθ
τίνω
τλάω
τλήμων
τλήσομαι
τλητός
τμήγω
τμήδην
τμήξας
τόθι
σύ
τοι
τοιγάρ
τοῖος
τοιόσδε
τοιοῦτος
View word page
τλητός

[τλη-, τλάω.]

= τλήμων Il. 24.49.

ShortDef

suffering, enduring, patient, steadfast

Debugging

Headword:
τλητός
Headword (normalized):
τλητός
Headword (normalized/stripped):
τλητος
IDX:
8943
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8944
Key:

Data

{'content': '<p>[τλη-, τλάω.]</p> <p>= τλήμων Il. 24.49.</p>'}