Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
τεύξῃ
τεύξω
τεῦχος
τεύχω
τέφρη
τεχνάομαι
τέχνη
τεχνήεις
τεχνήεις
τεχνῆσσαι
τέως
τῆ
τῆθος
τηκεδών
τήκω
τῆλε
τηλεδαπός
τηλεθάω
τηλεκλειτός
τηλεκλυτός
τηλεφανής
View word page
τέως
See τῆος.
ShortDef
so long, meanwhile, the while
Teos, an Ionian polis
Debugging
Headword:
τέως
Headword (normalized):
τέως
Headword (normalized/stripped):
τεως
IDX:
8897
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8898
Key:
Data
{'content': '<p>See τῆος.</p>'}