Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
τέτρηνα
τετρήχει
τετρίγει
τετροφε
τέττα
τέττιξ
τετυγμένος
τετύγμην
τετυκεῖν
τετύκοντο
τέτυκται
τετυμμένω
τετύχηκε
τεῦξε
τεύξεσθαι
τεύξεσθαι
τεύξῃ
τεύξω
τεῦχος
τεύχω
τέφρη
View word page
τέτυκται
3 sing. pf. pass. τεύχω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
τέτυκται
Headword (normalized):
τέτυκται
Headword (normalized/stripped):
τετυκται
IDX:
8881
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8882
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. pf. pass. τεύχω.</p>'}