Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

τέτηκα
τετίημαι
τετιμένος
τέτλαθι
τετλαίη
τέτληκε
τετληότες
τετληυῖα
τέτμε
τετμημένον
τετράγυος
τετραθέλυμνος
τετραίνω
τετράκις
τετράκυκλος
τετραμμένος
τετράοροι
τετραπλόος
τέτραπτο
τέτρατος
τετραφάληρος
View word page
τετράγυος

[τετρα-, τέσσαρες + γύης, a measure of land. Cf. πεντηκοντόγυος.]

ShortDef

containing four measures of land

Debugging

Headword:
τετράγυος
Headword (normalized):
τετράγυος
Headword (normalized/stripped):
τετραγυος
IDX:
8856
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8857
Key:

Data

{'content': '<p>[τετρα-, τέσσαρες + γύης, a measure of land. Cf. πεντηκοντόγυος.]</p>'}