Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

τέρην
τέρμα
τερμιόεις
τερπικέραυνος
τέρπω
τερπωλή
τερσαίνω
τέρσομαι
τερψίμβροτος
τέρψομαι
τεσσαράβοιος
τεσσαράκοντα
τέσσαρες
τεταγών
τέταντο
τετάνυσται
τετάρπετο
τέταρτος
τέταται
τετέλεσται
τετεύξεται
View word page
τεσσαράβοιος

-ον

[τεσσαρ-, τέσσαρες + -α- (on analogy of numerals in -ἀ + βοῦς.]

ShortDef

worth four steers

Debugging

Headword:
τεσσαράβοιος
Headword (normalized):
τεσσαράβοιος
Headword (normalized/stripped):
τεσσαραβοιος
IDX:
8832
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8833
Key:

Data

{'content': '<p>-ον</p> <p>[τεσσαρ-, τέσσαρες + -α- (on analogy of numerals in -ἀ + βοῦς.]</p>'}