Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ταύρειος
ταῦρος
ταφήϊος
τάφος
τάφος
τάφρος
ταφών
τάχα
ταχέως
ταχύς
τάχος
ταχύπωλος
ταχύς
ταχυτής
τε
τέγεος
τέγος
τεθαλυῖα
τεθαρσήκασι
τέθηλώς
τέθηπα
View word page
τάχος
τό
[ταχύς.]
ShortDef
swiftness, speed, fleetness, velocity
Debugging
Headword:
τάχος
Headword (normalized):
τάχος
Headword (normalized/stripped):
ταχος
IDX:
8764
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8765
Key:
Data
{'content': '<p>τό</p> <p>[ταχύς.]</p>'}