Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ταρχύω
ταύρειος
ταῦρος
ταφήϊος
τάφος
τάφος
τάφρος
ταφών
τάχα
ταχέως
ταχύς
τάχος
ταχύπωλος
ταχύς
ταχυτής
τε
τέγεος
τέγος
τεθαλυῖα
τεθαρσήκασι
τέθηλώς
View word page
ταχύς

[neut. pl. of τάχιστος,

superl. of ταχύς, as adv..]

ShortDef

quick, swift, fleet

Debugging

Headword:
ταχύς
Headword (normalized):
ταχύς
Headword (normalized/stripped):
ταχυς
IDX:
8763
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8764
Key:

Data

{'content': '<p>[neut. pl. of τάχιστος,</p> <p>superl. of ταχύς, as adv..]</p>'}