Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

τάρφθη
τάρφος
ταρχύω
ταύρειος
ταῦρος
ταφήϊος
τάφος
τάφος
τάφρος
ταφών
τάχα
ταχέως
ταχύς
τάχος
ταχύπωλος
ταχύς
ταχυτής
τε
τέγεος
τέγος
τεθαλυῖα
View word page
τάχα

[ταχύς.]

ShortDef

(Homer, later rare) quickly, presently; (post-Homer) perhaps

Debugging

Headword:
τάχα
Headword (normalized):
τάχα
Headword (normalized/stripped):
ταχα
IDX:
8761
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8762
Key:

Data

{'content': '<p>[ταχύς.]</p>'}