Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

τανυγλώχις
τανυήκης
τάνυμι
τανύπεπλος
τανυπτέρυξ
τανυσίπτερος
τανυστύς
τανύφλοιος
τανύφυλλος
τανύω
τάπης
ταρ
ταράσσω
ταρβέω
τάρβος
ταρβοσύνη
τάρπησαν
ταρπώμεθα
ταρσός
ταρφέες
τάρφθη
View word page
τάπης

-ητος, ὁ.

ShortDef

a carpet, rug

Debugging

Headword:
τάπης
Headword (normalized):
τάπης
Headword (normalized/stripped):
ταπης
IDX:
8741
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8742
Key:

Data

{'content': '<p>-ητος, ὁ.</p>'}