Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

συνώμεθα
σῦριγξ
συρρήγνυμι
σῦς
σύτο
συφειός
συφεόνδε
συφεός
συφορβός
σφάζω
σφαῖρα
σφαιρηδόν
σφάλλω
σφαραγέομαι
σφεῖς
σφεδανός
σφέλας
σφενδόνη
σφέτερος
σφηκόω
σφῆλε
View word page
σφαῖρα

-ης, ἡ.

ShortDef

a ball, playing-ball

Debugging

Headword:
σφαῖρα
Headword (normalized):
σφαῖρα
Headword (normalized/stripped):
σφαιρα
IDX:
8671
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8672
Key:

Data

{'content': '<p>-ης, ἡ.</p>'}