Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
συνέχω
συνημοσύνη
συνήορος
σύνθεο
συνθεσίη
σύνθετο
συνθέω
συνίημι
συνίστημι
συνίτην
συνοισόμεθα
συνορίνω
συνοχή
συνοχωκότε
συντίθημι
σύντρεις
συντρέχω
συνώμεθα
σῦριγξ
συρρήγνυμι
σῦς
View word page
συνοισόμεθα
1 pl. fut. mid. συμφέρω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
συνοισόμεθα
Headword (normalized):
συνοισόμεθα
Headword (normalized/stripped):
συνοισομεθα
IDX:
8654
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8655
Key:
Data
{'content': '<p>1 pl. fut. mid. συμφέρω.</p>'}