Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

συνέργω
συνέριθος
συνέρρηκται
σύνεσις
συνεσταότος
συνέχευε
συνεχής
συνέχω
συνημοσύνη
συνήορος
σύνθεο
συνθεσίη
σύνθετο
συνθέω
συνίημι
συνίστημι
συνίτην
συνοισόμεθα
συνορίνω
συνοχή
συνοχωκότε
View word page
σύνθεο

aor. imp. mid. συντίθημι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σύνθεο
Headword (normalized):
σύνθεο
Headword (normalized/stripped):
συνθεο
IDX:
8647
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8648
Key:

Data

{'content': '<p>aor. imp. mid. συντίθημι.</p>'}