Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

συνάγνυμι
συνάγω
συναείρω
συναίνυμαι
συναιρέω
συναντάω
συνάντομαι
συνδέω
συνέαξε
συνέδραμον
συνεείκοσι
σύνειμι1
σύνειμι2
συνελαύνω
σύνελε
συνεοχμός
συνέπηξε
συνέργω
συνέριθος
συνέρρηκται
σύνεσις
View word page
συνεείκοσι

indeclinable

[συν- 3.]

In form ξυνεείκοσι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνεείκοσι
Headword (normalized):
συνεείκοσι
Headword (normalized/stripped):
συνεεικοσι
IDX:
8630
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8631
Key:

Data

{'content': '<p>indeclinable</p> <p>[συν- 3.]</p> <p>In form ξυνεείκοσι.</p>'}