Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
στρουθός
στροφάλιγξ
στροφαλίζω
στρόφος
στρωφάω
στυγερός
στυγερῶς
στυγέω
στυφελίζω
σύ
συβόσιον
συβώτης
συγκαλέω
συγκλονέω
συγκύρω
συγχέω
συκέη
σῦκον
συλάω
συλεύω
συλλέγω
View word page
συβόσιον
-ου, τό
[σῦς + βόσκω.]
ShortDef
a herd of swine
Debugging
Headword:
συβόσιον
Headword (normalized):
συβόσιον
Headword (normalized/stripped):
συβοσιον
IDX:
8596
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8597
Key:
Data
{'content': '<p>-ου, τό</p> <p>[σῦς + βόσκω.]</p>'}