Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

σπέσσι
σπεύδω
σπήεσσι
σπῆϊ
σπιδής
σπιλάς
σπινθήρ
σπλάγχνον
σπόγγος
σποδιά
σποδός
σπονδή
σπουδή
στάδιος
στάζω
στάθμη
σταθμόνδε
σταθμός
σταίη
σταμίνες
στάν
View word page
σποδός

-οῦ, ἡ.

ShortDef

wood-ashes, embers

Debugging

Headword:
σποδός
Headword (normalized):
σποδός
Headword (normalized/stripped):
σποδος
IDX:
8506
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8507
Key:

Data

{'content': '<p>-οῦ, ἡ.</p>'}