Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

σπέσθαι
σπέσσι
σπεύδω
σπήεσσι
σπῆϊ
σπιδής
σπιλάς
σπινθήρ
σπλάγχνον
σπόγγος
σποδιά
σποδός
σπονδή
σπουδή
στάδιος
στάζω
στάθμη
σταθμόνδε
σταθμός
σταίη
σταμίνες
View word page
σποδιά

-ῆς, ἡ

[σποδός.]

ShortDef

a heap of ashes, ashes

Debugging

Headword:
σποδιά
Headword (normalized):
σποδιά
Headword (normalized/stripped):
σποδια
IDX:
8505
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8506
Key:

Data

{'content': '<p>-ῆς, ἡ</p> <p>[σποδός.]</p>'}