Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

σκότος
σκυδμαίνω
σκύζομαι
σκύλαξ
σκύμνος
σκῦτος
σκυτοτόμος
σκύφος
σκώληξ
σκῶλος
σκώψ
σμαραγέω
σμερδαλέος
σμερδνός
σμήχω
σμικρός
σμύχω
σμῶδιξ
σόλος
σόος
σορός
View word page
σκώψ

σκωπός.

ShortDef

owl

Debugging

Headword:
σκώψ
Headword (normalized):
σκώψ
Headword (normalized/stripped):
σκωψ
IDX:
8473
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8474
Key:

Data

{'content': '<p>σκωπός.</p>'}