Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
σκοπιάζω
σκοπιή
σκοπός
σκότιος
σκοτομήνιος
σκότος
σκυδμαίνω
σκύζομαι
σκύλαξ
σκύμνος
σκῦτος
σκυτοτόμος
σκύφος
σκώληξ
σκῶλος
σκώψ
σμαραγέω
σμερδαλέος
σμερδνός
σμήχω
σμικρός
View word page
σκῦτος
τό.
ShortDef
a skin, hide; lash
Debugging
Headword:
σκῦτος
Headword (normalized):
σκῦτος
Headword (normalized/stripped):
σκυτος
IDX:
8468
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8469
Key:
Data
{'content': '<p>τό.</p>'}