Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀνελθών
ἀνέλκω
ἀνέλοντο
ἀνέμεινα
ἀνέμνησας
ἄνεμος
ἀνεμοσκεπής
ἀνεμοτρεφής
ἀνεμώλιος
ἀνένεικα
ἀνέντες
ἀνέξομαι
ἀνέπαλτο
ἀνεπᾶλτο
ἀνέπνευσαν
ἀνερρίπτουν
ἀνέρριψαν
ἀνέρχομαι
ἀνερωτάω
ἄνεσαν
ἀνέσει
View word page
ἀνέντες
aor. pple. pl. ἀνίημι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀνέντες
Headword (normalized):
ἀνέντες
Headword (normalized/stripped):
ανεντες
IDX:
845
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.846
Key:
Data
{'content': '<p>aor. pple. pl. ἀνίημι.</p>'}