Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
σκήλειε
σκηπάνιον
σκήπτομαι
σκηπτοῦχος
σκῆπτρον
σκηρίπτομαι
σκιάζω
σκιάω
σκίδνημι
σκιερός
σκιή
σκιόεις
σκιόωντο
σκιρτάω
σκολιός
σκόλοψ
σκόπελος
σκοπιάζω
σκοπιή
σκοπός
σκότιος
View word page
σκιή
-ῆς, ἡ.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
σκιή
Headword (normalized):
σκιή
Headword (normalized/stripped):
σκιη
IDX:
8451
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8452
Key:
Data
{'content': '<p>-ῆς, ἡ.</p>'}