Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

σιγή
σιδήρεος
σίδηρος
σίζω
σίνομαι
σίντης
σιτέομαι
σῖτος
σιτοφάγος
σιφλόω
σιωπάω
σιωπή
σκάζω
σκαιός
σκαίρω
σκαφίς
σκεδάννυμι
σκέδασις
σκέλλω
σκέλος
σκέπαρνον
View word page
σιωπάω

[σιωπή.]

ShortDef

to be silent

Debugging

Headword:
σιωπάω
Headword (normalized):
σιωπάω
Headword (normalized/stripped):
σιωπαω
IDX:
8427
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8428
Key:

Data

{'content': '<p>[σιωπή.]</p>'}