Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀνείμων
ἀνείρομαι
ἀνέκραγον
ἀνεκτός
ἀνεκτῶς
ἀνελθών
ἀνέλκω
ἀνέλοντο
ἀνέμεινα
ἀνέμνησας
ἄνεμος
ἀνεμοσκεπής
ἀνεμοτρεφής
ἀνεμώλιος
ἀνένεικα
ἀνέντες
ἀνέξομαι
ἀνέπαλτο
ἀνεπᾶλτο
ἀνέπνευσαν
ἀνερρίπτουν
View word page
ἄνεμος

-ου, ὁ.

ShortDef

wind

Debugging

Headword:
ἄνεμος
Headword (normalized):
ἄνεμος
Headword (normalized/stripped):
ανεμος
IDX:
840
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.841
Key:

Data

{'content': '<p>-ου, ὁ.</p>'}