Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

σαώσω
σαώτερος
σβέννυμι
σεβάζομαι
σέβας
σέβομαι
σειρή
σείω
σέλας
σελήνη
σέλινον
σέσηπε
σεύω
σηκάζω
σηκοκόρος
σηκός
σῆμα
σημαίνω
σημάντωρ
σήμερον
σήμηνε
View word page
σέλινον

-ου, τό.

Prob. water-parsley (wild celery), smallage.

Collectively Il. 2.776 : Od. 5.72.

ShortDef

parsley

Debugging

Headword:
σέλινον
Headword (normalized):
σέλινον
Headword (normalized/stripped):
σελινον
IDX:
8400
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8401
Key:

Data

{'content': '<p>-ου, τό.</p> <p>Prob. water-parsley (wild celery), smallage.</p> <p>Collectively Il. 2.776 : Od. 5.72.</p>'}