Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ῥηγμίν
ῥήγνυμι
ῥῆγος
ῥηθέντι
ῥηΐδιος
ῥηϊδίως
ῥήϊστος
ῥηΐτατος
ῥηΐτερος
ῥηκτός
ῥῆξε
ῥηξνηορίη
ῥηξήνωρ
ῥήξω
ῥῆσις
ῥήσσω
ῥητήρ
ῥητός
ῥήτρη
ῥιγεδανός
ῥιγέω
View word page
ῥῆξε
3 sing. aor. ῥήγνυμι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ῥῆξε
Headword (normalized):
ῥῆξε
Headword (normalized/stripped):
ρηξε
IDX:
8307
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8308
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. ῥήγνυμι.</p>'}