Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πυρπολέω
πυρσός
πύσει
πω
πωλέομαι
πῶλος
πῶμα
πῶς
πως
πωτάομαι
πῶυ
ῥα
ῥάβδος
ῥαδινός
π̔αθάμιγγες
ῥαίνω
ῥαιστήρ
ῥαίω
ῥάκος
ῥαπτός
ῥάπτω
View word page
πῶυ

τό.

ShortDef

a flock

Debugging

Headword:
πῶυ
Headword (normalized):
πῶυ
Headword (normalized/stripped):
πωυ
IDX:
8272
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8273
Key:

Data

{'content': '<p>τό.</p>'}