Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πτέρνη
πτερόεις
πτερόν
πτέρυξ
πτήσσω
πτῆται
πτοιέω
πτολεμίζω
πτολίεθρον
πτολιπόρθιος
πτολίπορθος
πτόλις
πτόρθος
πτύγμα
πτυκτός
πτύξ
πτύξασα
πτύον
πτύσσω
πτύω
πτώξ
View word page
πτολίπορθος

-ον

[πτόλις + πορθέω.]

ShortDef

sacking cities

Debugging

Headword:
πτολίπορθος
Headword (normalized):
πτολίπορθος
Headword (normalized/stripped):
πτολιπορθος
IDX:
8208
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8209
Key:

Data

{'content': '<p>-ον</p> <p>[πτόλις + πορθέω.]</p>'}