Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πρόσω
προστήσας
προστίθημι
προσφάσθαι
πρόσφατος
πρόσφημι
προσφυής
προσφύω
προσφωνέω
πρόσωπον
προτάμνω
πρότερος
προτέρω
προτεύχω
πρός
προτιάπτω
προτιβάλλω
προτιειλέω
προτιεῖπον
προτίθημι
προτιμυθέομαι
View word page
προτάμνω

[προ- 1, προ- 2 3.]

Aor. pple. προταμών Il. 9.489 : Od. 23.196.

Aor. opt. mid. προταμοίμην Od. 18.375.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προτάμνω
Headword (normalized):
προτάμνω
Headword (normalized/stripped):
προταμνω
IDX:
8140
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8141
Key:

Data

{'content': '<p>[προ- 1, προ- 2 3.]</p> <p>Aor. pple. προταμών Il. 9.489 : Od. 23.196.</p> <p>Aor. opt. mid. προταμοίμην Od. 18.375.</p>'}