Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
πρόκλυτος
πρόκροσσοι
προκυλίνδω
προλέγω
προλείπω
προμαχίζω
προμάχομαι
πρόμαχος
προμίσγω
προμνηστῖνοι
πρόμολον
πρόμος
προνοέω
πρόξ
προπάροιθε
πρόπας
προπέμπω
προπέφανται
προπίπτω
προποδίζω
προπρηνής
View word page
πρόμολον
3 pl. aor. προβλώσκω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πρόμολον
Headword (normalized):
πρόμολον
Headword (normalized/stripped):
προμολον
IDX:
8086
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8087
Key:
Data
{'content': '<p>3 pl. aor. προβλώσκω.</p>'}