Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
προιάπτω
προϊδών
προίημι
προικός
προΐκτης
προΐστημι
προκαθίζω
προκαλέω
προκαλίζομαι
πρόκειμαι
πρόκλυτος
πρόκροσσοι
προκυλίνδω
προλέγω
προλείπω
προμαχίζω
προμάχομαι
πρόμαχος
προμίσγω
προμνηστῖνοι
πρόμολον
View word page
πρόκλυτος
[προ- 1 or (3) + κλυτός.]
ShortDef
heard formerly, of olden time
Debugging
Headword:
πρόκλυτος
Headword (normalized):
πρόκλυτος
Headword (normalized/stripped):
προκλυτος
IDX:
8076
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8077
Key:
Data
{'content': '<p>[προ- 1 or (3) + κλυτός.]</p>'}