Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

προέμεν
προερέσσω
προερύω
πρόες
πρόεσαν
προέχω
προῆκε
προήκης
προθέλυμνος
προθέω
προθρῴσκω
προθυμίη
πρόθυρον
προϊάλλω
προιάπτω
προϊδών
προίημι
προικός
προΐκτης
προΐστημι
προκαθίζω
View word page
προθρῴσκω

[προ- 1.]

Aor. pple. προθορών.

ShortDef

spring forth

Debugging

Headword:
προθρῴσκω
Headword (normalized):
προθρῴσκω
Headword (normalized/stripped):
προθρωσκω
IDX:
8062
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8063
Key:

Data

{'content': '<p>[προ- 1.]</p> <p>Aor. pple. προθορών.</p>'}