Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

προεῖδον
προέμεν
προερέσσω
προερύω
πρόες
πρόεσαν
προέχω
προῆκε
προήκης
προθέλυμνος
προθέω
προθρῴσκω
προθυμίη
πρόθυρον
προϊάλλω
προιάπτω
προϊδών
προίημι
προικός
προΐκτης
προΐστημι
View word page
προθέω

[προ- 1, προ- 2.]

3 sing. pa. iterative προθέεσκε Il. 22.459: Od. 11.515.

ShortDef

to run before
[derivation unclear]

Debugging

Headword:
προθέω
Headword (normalized):
προθέω
Headword (normalized/stripped):
προθεω
IDX:
8061
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8062
Key:

Data

{'content': '<p>[προ- 1, προ- 2.]</p> <p>3 sing. pa. iterative προθέεσκε Il. 22.459: Od. 11.515.</p>'}