Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

προεέργω
προέηκα
προεῖδον
προέμεν
προερέσσω
προερύω
πρόες
πρόεσαν
προέχω
προῆκε
προήκης
προθέλυμνος
προθέω
προθρῴσκω
προθυμίη
πρόθυρον
προϊάλλω
προιάπτω
προϊδών
προίημι
προικός
View word page
προήκης

[προ- 2 + *ἀκή, point, edge.]

With sharp, i.e. thin, blades.

Epithet of oars Od. 12.205.

ShortDef

pointed in front

Debugging

Headword:
προήκης
Headword (normalized):
προήκης
Headword (normalized/stripped):
προηκης
IDX:
8059
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8060
Key:

Data

{'content': '<p>[προ- 2 + *ἀκή, point, edge.]</p> <p>With sharp, i.e. thin, blades.</p> <p>Epithet of oars Od. 12.205.</p>'}