Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

προσάω
προδοκή
πρόδομος
προεέργω
προέηκα
προεῖδον
προέμεν
προερέσσω
προερύω
πρόες
πρόεσαν
προέχω
προῆκε
προήκης
προθέλυμνος
προθέω
προθρῴσκω
προθυμίη
πρόθυρον
προϊάλλω
προιάπτω
View word page
πρόεσαν

3 pl. aor. προΐημι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πρόεσαν
Headword (normalized):
πρόεσαν
Headword (normalized/stripped):
προεσαν
IDX:
8056
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8057
Key:

Data

{'content': '<p>3 pl. aor. προΐημι.</p>'}