Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πρόβολος
προβέβουλα
προγενέστερος
προγίγνομαι
πρόγονοι
προσάω
προδοκή
πρόδομος
προεέργω
προέηκα
προεῖδον
προέμεν
προερέσσω
προερύω
πρόες
πρόεσαν
προέχω
προῆκε
προήκης
προθέλυμνος
προθέω
View word page
προεῖδον

[προ- 1, προ- 3.]

3 pl. aor. subj. προΐδωσι Il. 17.756.

Pple. προϊδών Il. 22.275: Od. 4.396, Od. 5.393.

Pl. προϊδόντες Il. 18.527.

3 pl. aor. subj. mid. προΐδωνται Od. 13.155.

ShortDef

to see beforehand, catch sight of

Debugging

Headword:
προεῖδον
Headword (normalized):
προεῖδον
Headword (normalized/stripped):
προειδον
IDX:
8051
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8052
Key:

Data

{'content': '<p>[προ- 1, προ- 3.]</p> <p>3 pl. aor. subj. προΐδωσι Il. 17.756.</p> <p>Pple. προϊδών Il. 22.275: Od. 4.396, Od. 5.393.</p> <p>Pl. προϊδόντες Il. 18.527.</p> <p>3 pl. aor. subj. mid. προΐδωνται Od. 13.155.</p>'}