Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
προβοάω
πρόβολος
προβέβουλα
προγενέστερος
προγίγνομαι
πρόγονοι
προσάω
προδοκή
πρόδομος
προεέργω
προέηκα
προεῖδον
προέμεν
προερέσσω
προερύω
πρόες
πρόεσαν
προέχω
προῆκε
προήκης
προθέλυμνος
View word page
προέηκα
aor. προΐημι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
προέηκα
Headword (normalized):
προέηκα
Headword (normalized/stripped):
προεηκα
IDX:
8050
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8051
Key:
Data
{'content': '<p>aor. προΐημι.</p>'}