Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

προβιβάω
προβίβημι
προβλής
προβλώσκω
προβοάω
πρόβολος
προβέβουλα
προγενέστερος
προγίγνομαι
πρόγονοι
προσάω
προδοκή
πρόδομος
προεέργω
προέηκα
προεῖδον
προέμεν
προερέσσω
προερύω
πρόες
πρόεσαν
View word page
προσάω

[προ- 3.]

Aor. pple. προδαείς.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προσάω
Headword (normalized):
προσάω
Headword (normalized/stripped):
προσαω
IDX:
8046
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8047
Key:

Data

{'content': '<p>[προ- 3.]</p> <p>Aor. pple. προδαείς.</p>'}