Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀναφανδόν
ἀναφέρω
ἀναχάζομαι
ἀναχωρέω
ἀνάψαι
ἀναψύχω
ἁνδάνω
ἄνδιχα
ἀνδράγρια
ἀνδρακάς
ἀνδράποδον
ἀνδραχθής
ἀνδρειφόντης
ἀνδρόκμητος
ἀνδροκτασίη
ἀνδρόμεος
ἀνδροτής
ἀνδροφάγος
ἀνδροφόνος
ἀνδύεται
ἀνέβη
View word page
ἀνδράποδον
Dat. pl. -πόδεσσι.
ShortDef
one taken in war and sold as a slave, a captive
Debugging
Headword:
ἀνδράποδον
Headword (normalized):
ἀνδράποδον
Headword (normalized/stripped):
ανδραποδον
IDX:
803
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.804
Key:
Data
{'content': '<p>Dat. pl. -πόδεσσι.</p>'}