Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
πρήθω
πρηκτήρ
πρηνής
πρῆξις
πρῆσε
πράσσω
πρίαμαι
πρίν
πριστός
πρό
προαλής
προβαίνω
προβάλλω
πρόβασις
πρόβατα
προβέβηκε
crossref
προβιβάω
προβίβημι
προβλής
προβλώσκω
View word page
προαλής
[app. a compound of προ-.]
ShortDef
springing forward
Debugging
Headword:
προαλής
Headword (normalized):
προαλής
Headword (normalized/stripped):
προαλης
IDX:
8029
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.8030
Key:
Data
{'content': '<p>[app. a compound of προ-.]</p>'}