Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πόσις2
ποσσῆμαρ
ποσσί
πόστος
ποταμόνδε
ποταμός
ποτάομαι
πότε
ποτέ
πότερος
ποτή
ποτής
ποτητός
πρός
ποτιδέρκομαι
ποτιδέχομαι
ποτιδόρπιος
ποτικέκλιται
ποτινίσ̔σ̓ομαι
ποτιπτήσσω
ποτιπτύσσω
View word page
ποτή

[πέτομαι.]

App., flight : ποτῇ ἀνεδύσετο λίμνης (flew up from . . .) Od. 5.337.

ShortDef

flight
sample of wine

Debugging

Headword:
ποτή
Headword (normalized):
ποτή
Headword (normalized/stripped):
ποτη
IDX:
7989
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7990
Key:

Data

{'content': '<p>ἡ</p> <p>[πέτομαι.]</p> <p>App., flight : ποτῇ ἀνεδύσετο λίμνης (flew up from . . .) Od. 5.337.</p>'}