Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ποσιδήϊος
πόσις1
πόσις2
ποσσῆμαρ
ποσσί
πόστος
ποταμόνδε
ποταμός
ποτάομαι
πότε
ποτέ
πότερος
ποτή
ποτής
ποτητός
πρός
ποτιδέρκομαι
ποτιδέχομαι
ποτιδόρπιος
ποτικέκλιται
ποτινίσ̔σ̓ομαι
View word page
ποτέ

enclitic.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ποτέ
Headword (normalized):
ποτέ
Headword (normalized/stripped):
ποτε
IDX:
7987
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7988
Key:

Data

{'content': '<p>enclitic.</p>'}