Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πόρον
πόρος
πόρπη
πορσαίνω
πόρταξ
πόρτις
πορφύρεος
πορφύρω
πόρω
πόσε
ποσί
ποσιδήϊος
πόσις1
πόσις2
ποσσῆμαρ
ποσσί
πόστος
ποταμόνδε
ποταμός
ποτάομαι
πότε
View word page
ποσί

dat. pl. πούς.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ποσί
Headword (normalized):
ποσί
Headword (normalized/stripped):
ποσι
IDX:
7976
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7977
Key:

Data

{'content': '<p>dat. pl. πούς.</p>'}