Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πόρε
πορθέω
πορθμεύς
πορθμός
πόρις
πόρκης
πόρον
πόρος
πόρπη
πορσαίνω
πόρταξ
πόρτις
πορφύρεος
πορφύρω
πόρω
πόσε
ποσί
ποσιδήϊος
πόσις1
πόσις2
ποσσῆμαρ
View word page
πόρταξ

-ακος. = πόρτις. Il. 17.4.

ShortDef

a calf

Debugging

Headword:
πόρταξ
Headword (normalized):
πόρταξ
Headword (normalized/stripped):
πορταξ
IDX:
7970
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7971
Key:

Data

{'content': '<p>-ακος. = πόρτις. Il. 17.4.</p>'}