πολύστονος
-ον
[πολυ-, πολύς + στόνος.]
ShortDef
much-sighing, mournful
Debugging
Headword (normalized):
πολύστονος
Headword (normalized/stripped):
πολυστονος
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7933
Data
{'content': '<p>-ον</p> <p>[πολυ-, πολύς + στόνος.]</p>'}