Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

πολυλήϊος
πολύλλιστος
πολύμηλος
πολύμητις
πολυμηχανίη
πολυμήχανος
πολυμνήστη
πολύμυθος
πολυπαίπαλος
πολυπάμων
πολυπενθής
πολυπῖδαξ
πολύπικρος
πολύπλαγκτος
πολύπτυχος
πολύπυρος
πολύρρην
πολύρρηνος
πολύς
πολύσκαρθμος
πολυσπερής
View word page
πολυπενθής

-έος

[πολυ-, πολύς + πένθος.]

ShortDef

much-mourning, exceeding mournful

Debugging

Headword:
πολυπενθής
Headword (normalized):
πολυπενθής
Headword (normalized/stripped):
πολυπενθης
IDX:
7920
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.7921
Key:

Data

{'content': '<p>-έος</p> <p>[πολυ-, πολύς + πένθος.]</p>'}